λέκτορας

λέκτορας
ο, η
βαθμίδα στην ιεραρχία της ανώτατης εκπαίδευσης.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • λέκτορας — Ονομασία που έδιναν οι Ρωμαίοι στους εγγράμματους δούλους ή απελεύθερους, οι οποίοι ήταν επιφορτισμένοι με το έργο του αναγνώστη. Επίσης, λ. ονομάζεται αυτός που βρίσκεται στην κατώτερη βαθμίδα του διδακτικού και επιστημονικού προσωπικού των… …   Dictionary of Greek

  • -τήρας — τήρ, ΝΜΑ παραγωγική κατάλ. ονομάτων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, η οποία, όπως και η κατάλ. τωρ, χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει τον δράστη ενέργειας. Οι δύο αυτές καταλήξεις ανάγονται στην ΙΕ κατάληξη * ter (πρβλ. και αρχ. ινδ. pi tā, λατ. pa …   Dictionary of Greek

  • λέκτωρ — λέκτωρ, ωρος, ὁ (Α) βλ. λέκτορας …   Dictionary of Greek

  • Βασιλειάδης, Πέτρος — (Θεσσαλονίκη 1945 –). Θεολόγος, καθηγητής πανεπιστημίου. Σπούδασε στη θεολογική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μετεκπαιδεύτηκε στο Βασιλικό Κολέγιο του Λονδίνου. Το 1977 αναγορεύτηκε διδάκτορας θεολογίας του Πανεπιστημίου… …   Dictionary of Greek

  • Βελουδής, Γιώργος — (Αθήνα 1935 –). Φιλόλογος, καθηγητής πανεπιστημίου και συγγραφέας. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στα πανεπιστήμια του Μονάχου (βυζαντινή και νεοελληνική φιλολογία, ιστορία νοτιοανατολικής Ευρώπης,… …   Dictionary of Greek

  • Γαλάνης, Ιωάννης — (Αθαμάνιο Άρτας 1940 –). Θεολόγος, καθηγητής πανεπιστημίου και συγγραφέας. Σπούδασε θεολογία και μετεκπαιδεύτηκε στα πανεπιστήμια του Ρέγκενσμπουργκ και του Μονάχου της Γερμανίας. Σταδιοδρόμησε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ως… …   Dictionary of Greek

  • Γαραντούδης, Ευριπίδης — (Καβάλα 1964 –). Φιλόλογος και κριτικός λογοτεχνίας. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (νεοελληνική φιλολογία). Δίδαξε αρχικά ως λέκτορας της νεοελληνικής γλώσσας στο Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του… …   Dictionary of Greek

  • Γραμματάς, Θεόδωρος — (Μυτιλήνη 1951 –). Φιλόλογος, θεατρολόγος και καθηγητής πανεπιστημίου. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε σε πανεπιστήμια της Γαλλίας. Σταδιοδρόμησε αρχικά ως επιμελητής στην έδρα της νεοελληνικής… …   Dictionary of Greek

  • Ζίμαν, Έρικ Κρίστοφερ — (Erik Christopher Zeeman, Χόρσαμ, Σάσεξ 1925 –). Βρετανός μαθηματικός, δανέζικης καταγωγής. Σπούδασε στο κολέγιο Christ’s του Κέιμπριτζ και πήρε τον διδακτορικό του τίτλο από το πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ. Συνέχισε τη διετία 1954 55 στο… …   Dictionary of Greek

  • Κάνεμαν, Ντάνιελ — (Daniel Kahneman, Τελ Αβίβ 1934 –). Αμερικανός ψυχολόγος, ισραηλινής καταγωγής. Αποφοίτησε το 1954 από το Εβραϊκό Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ, με πτυχία ψυχολογίας και μαθηματικών. Το 1961 απέκτησε διδακτορικό τίτλο στην ψυχολογία από το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”